Η έρευνα Workmonitor της Randstad για το τελευταίο τρίμηνο του 2017 μελετά τις απόψεις των Ελλήνων εργαζομένων σχετικά με το ποιος έχει την ευθύνη για να παραμένουν εργασιακά ενεργοί και τις προοπτικές τους για το 2018, καθώς και τον τριμηνιαίο επαναλαμβανόμενο δείκτη κινητικότητας, φόβου απώλειας εργασίας και εργασιακής ικανοποίησης των Ελλήνων εργαζομένων. 



Στην Ελλάδα, 72% των ερωτηθέντων πιστεύει ότι το να μένει κανείς εργασιακά ενεργός είναι δική του υπευθυνότητα, συγκριτικά με το παγκόσμιο ποσοστό του 85%. 80% πιστεύουν ότι το να παραμένουν εργασιακά ενεργοί είναι μια κοινή ευθύνη μεταξύ των ίδιων, του εργοδότη και της κυβέρνησης. 62% των Ελλήνων εργαζομένων πιστεύουν ότι το να κρατάνε τον εαυτό τους εργασιακά ενεργό είναι ευθύνη του εργοδότη και 57% πιστεύουν ότι κάτι τέτοιο είναι αποκλειστική ευθύνη της κυβέρνησης. 79% των Ελλήνων εργαζομένων θα έδειχναν κατανόηση αν ο εργοδότης τους τούς υποστήριζε μόνο σχετικά με την προσωπική τους εξέλιξη, αν αυτό κατά συνέπεια υποστήριζε τους δικούς τους επιχειρηματικούς στόχους.   



Επιπλέον, 94% των ερωτηθέντων στην Ελλάδα δηλώνουν ότι αν ο εργοδότης τους τούς προσέφερε μία εντατική εκπαίδευση 6 εβδομάδων, θα χαιρόντουσαν να εκμεταλλευτούν αυτήν την ευκαιρία. 89% πιστεύουν ότι οι κυβερνήσεις θα πρέπει να προσφέρουν πολιτικές κινήτρων στους εργοδότες, προκειμένου να τους βοηθήσουν να κρατήσουν το εργατικό τους δυναμικό απασχολημένο. 88% πιστεύουν ότι οι κυβερνήσεις θα πρέπει να προσφέρουν πολιτικές κινήτρων στους εργαζόμενους, εφόσον αυτοί εξελίσσονται επαγγελματικά και επιδιώκουν την εκμάθηση νέων δεξιοτήτων. 63% πιστεύουν ότι οι κυβερνήσεις θα έπρεπε να είναι πιο απαιτητικές ως προς το εργατικό δυναμικό για να διατηρήσουν την απασχολησιμότητά του.



Μεγαλύτερης ηλικίας εργαζόμενοι

Στην Ελλάδα, 85% συμφωνούν στο ότι αν οι κυβερνήσεις αυξάνουν την ηλικία συνταξιοδότησης, θα πρέπει εξίσου να επενδύουν στο να κρατάνε το εργατικό δυναμικό απασχολήσιμο.  64% πιστεύουν ότι οι μεγαλύτερης ηλικίας εργαζόμενοι έχουν πιθανότητες να παραμένουν εργασιακά ενεργοί, μόνο αν οι εργοδότες τους τούς υποστηρίζουν. Ενώ το 58% πιστεύουν ότι οι μεγαλύτερης ηλικίας εργαζόμενοι έχουν πιθανότητες να παραμείνουν εργασιακά ενεργοί, μόνο αν η κυβέρνηση τους παρέχει υποστήριξη. 



Οικονομικές προοπτικές για το 2018

Μόνο 37% των Ελλήνων εργαζομένων αναμένει ότι η οικονομική κατάσταση στην Ελλάδα θα βελτιωθεί το 2018. Σε παγκόσμιο επίπεδο, το 61% αναμένει ότι η οικονομική κατάσταση θα βελτιωθεί το 2018.  51% δηλώνει ότι ο εργοδότης τους είχε καλύτερη επίδοση οικονομικά το 2017 σε σχέση με το 2016. 54% αναμένει ότι η οικονομική επίδοση του εργοδότη τους θα είναι καλύτερη το 2018 σε σχέση με το 2017. 31% αναμένει να λάβει μισθολογική αύξηση στο τέλος του έτους. Μόνο 245 Έλληνες εργαζόμενοι αναμένουν να λάβουν μια εφάπαξ οικονομική αμοιβή ή bonus στο τέλος του έτους. 



Τριμηνιαίοι επαναλαμβανόμενοι δείκτες



Ο δείκτης κινητικότητας στην Ελλάδα παρουσιάζει μια μικρή αύξηση 

Ο Δείκτης Κινητικότητας της Randstad για την αγορά εργασίας υπολογίζει τον αριθμό των εργαζομένων που αναμένουν να αλλάξουν επάγγελμα μέσα στους επόμενους έξι μήνες. Ο Δείκτης βασίζεται στην τρέχουσα εργασιακή ικανοποίηση του υπαλλήλου, τον φόβο απόλυσης, την ανάγκη του για νέες προσωπικές προκλήσεις καθώς και το επίπεδο αισιοδοξίας που έχει ότι θα βρει απασχόληση σε νέο εργοδότη.



Στην Ελλάδα, τα αποτελέσματα δείχνουν ότι η προσδοκία των Ελλήνων εργαζομένων να απασχοληθούν σε νέο εργοδότη τους επόμενους έξι μήνες αυξήθηκε ελάχιστα. Ο δείκτης κινητικότητας για την Ελλάδα, αυξήθηκε κατά 1 μονάδα, στο 104, για το τελευταίο τρίμηνο του 2017. Ο παγκόσμιος δείκτης κινητικότητας παρέμεινε σταθερός στις 109 μονάδες. Υψηλότερα ποσοστά κινητικότητας παρατηρήθηκαν στον Καναδά (+8), στο Μεξικό (+6), στη Χιλή (+7), στην Κίνα (+9), στην Αργεντινή, στο Λουξεμβούργο και στις Ηνωμένες Πολιτείες (+2).  Τα μεγαλύτερο ποσοστά μείωσης παρατηρήθηκαν στη Νορβηγία (-7), στην Ελβετία (-5), στην Αυστραλία (-4), στην Ιαπωνία (-3), στην Ισπανία (-3), στη Νέα Ζηλανδία, στη Γαλλία και στη Βραζιλία (-2).  



Η αγορά εργασίας στην Ελλάδα

Το ποσοστό των εργαζομένων στην Ελλάδα, οι οποίοι άλλαξαν εργασία τους τελευταίους 6 μήνες, αυξήθηκε κατά 1%, δηλαδή ανήλθε στο 23% κατά το τελευταίο τρίμηνο.  Οι βασικοί λόγοι αλλαγής εργασίας είναι: αλλαγή εργασίας λόγω οργανωτικών περιστάσεων (26%), αναζήτηση καλύτερων επαγγελματικών συνθηκών (22%), προσωπική ανάγκη για αλλαγή (16%) και δυσαρέσκεια με τον εργοδότη (16%).  Ο αριθμός των ατόμων στην Ελλάδα που αναζητούν νέα θέση εργασίας αυξήθηκε το τελευταίο τρίμηνο του 2017, κατά 1%, σχηματίζοντας ένα ποσοστό 32%.



40% των Ελλήνων ερωτηθέντων που συμμετείχαν στην έρευνα, δήλωσε ότι ανησυχεί ότι θα χάσει την εργασία του, ίδιο ποσοστό με το προηγούμενο τρίμηνο. Αναλυτικότερα, το 50% της ηλικιακής ομάδας 55-67 φοβάται ότι θα χάσει την εργασία του, ενώ ακολουθεί η ηλικιακή ομάδα 18-24, με ποσοστό 48%. Το 48% αυτών που εξέφρασαν το μεγαλύτερο φόβο απόλυσης, υπέδειξαν ότι κατέχουν χαμηλό επίπεδο μόρφωσης.



Σύμφωνα με τη συγκεκριμένη έρευνα, στην Ελλάδα, η εργασιακή ικανοποίηση μειώθηκε κατά 5% κατά το τελευταίο τρίμηνο, σχηματίζοντας ένα ποσοστό 68%.  



Η ταυτότητα της έρευνας Randstad Workmonitor 

Η έρευνα Workmonitor της Randstad υλοποιήθηκε για πρώτη φορά το 2003 και καλύπτει πλέον 33 χώρες σε όλον τον κόσμο, οι οποίες ανήκουν κατά κύριο λόγο στην Ευρώπη, στην Ασία και τον Ειρηνικό και στην Αμερική. Η έρευνα δημοσιεύεται 4 φορές το χρόνο, αναδεικνύοντας τις τάσεις κινητικότητας που παρατηρούνται τόσο σε τοπικό όσο και σε διεθνές επίπεδο σε βάθος χρόνου.



Ο Δείκτης Κινητικότητας της έρευνας Workmonitor καταγράφει την αυτοπεποίθηση των εργαζομένων και την προσδοκία για την πιθανότητα μετακίνησής τους σε διαφορετικούς εργοδότες μέσα σε ένα εξαμηνιαίο πλαίσιο. Με τον τρόπο αυτό, παρέχει μια ουσιαστική κατανόηση των συνθηκών που διαμορφώνονται στην αγορά εργασίας αλλά και των τάσεων που διαμορφώνονται από τους εργαζομένους. Πέρα από τις εργασιακές μετακινήσεις, τμήματα της έρευνας αποτυπώνουν την εργασιακή ικανοποίηση και τα προσωπικά κίνητρα των εργαζομένων. 



Η ποσοτική έρευνα διεξήχθη μέσω online ερωτηματολογίου σε πληθυσμό ηλικίας 18-65 ετών, που εργάζεται τουλάχιστον 24 ώρες την εβδομάδα σε αμειβόμενη εργασία (δηλαδή, όχι αυτοαπασχολούμενοι). Το μέγεθος του δείγματος στην Ελλάδα αποτελείται από 405 συνεντεύξεις, οι οποίες διεξήχθησαν από την Survey Sampling International. Η έρευνα για το τέταρτο τρίμηνο του 2017 διεξήχθη μεταξύ 24 Οκτωβρίου και 8 Νοεμβρίου 2017.